Χρηματοδότηση της Διεθνούς Ναυτιλίας και Κλιματική Αλλαγή

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Η ελληνική ναυτιλία και η διεθνής πρόκληση

Του ΔΗΜΗΤΡΗ Α. ΤΣΟΥΚΝΙΔΗ,
Αναπληρωτή Καθηγητή
Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής, ΟΠΑ

 

 

Ο κλάδος της εμπορικής ναυτιλίας είναι συνυφασμένος με το διεθνές εμπόριο και την παγκόσμια οικονομία, καθώς μεταφέρει πάνω από το 80% του διεθνούς εμπορίου σε όρους όγκου, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχει εναλλακτικό μέσο μεταφοράς των πρώτων υλών, ενδιάμεσων και τελικών προϊόντων που μεταφέρονται δια θαλάσσης. Είναι κλάδος εντάσεως κεφαλαίου εφόσον απαιτούνται σημαντικά κεφάλαια κάθε χρόνο για την κατασκευή νεότευκτων πλοίων και την αγορά μεταχειρισμένων, με το κόστος ναυπήγησης ενός πλοίου συχνά να υπερβαίνει τα 100 εκατομμύρια δολάρια. Οι ναύλοι και οι τιμές των πλοίων είναι εξαιρετικά ευμετάβλητοι, γεγονός το οποίο καθιστά τις επενδύσεις και την εν γένει δραστηριότητα στη βιομηχανία της ναυτιλίας να χαρακτηρίζεται ως ενασχόληση υψηλού κινδύνου.

Οι υψηλές κεφαλαιακές απαιτήσεις για τη χρηματοδότηση των ναυτιλιακών επενδύσεων οδήγησαν διαχρονικά τους πλοιοκτήτες να αναζητήσουν χρηματοδότηση επιπλέον των δικών τους ιδιωτικών κεφαλαίων / αποταμιεύσεων. Η επίτευξη άντλησης «εξωτερικών» κεφαλαίων καθίσταται εφικτή λόγω του γεγονότος ότι τα πλοία, παρόλο που αποτελούν πάγια περιουσιακά στοιχεία υψηλής αξίας,  δύναται να ρευστοποιηθούν σχετικά εύκολα, καθώς υπάρχει ενεργή διεθνής αγορά αγοραπωλησίας μεταχειρισμένων πλοίων. Αυτό, μεταξύ άλλων, έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται ο κίνδυνος ρευστότητας και η χρηματοδότηση με χρέος να αποτελεί βασική πηγή χρηματοδότησης των υψηλών κεφαλαιακών απαιτήσεων για επενδύσεις στον κλάδο.

Η παγκόσμια εμπορική ναυτιλία εκπέμπει περίπου 1.076 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ετησίως, το οποίο αντιπροσωπεύει περίπου το 2,9% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου

 

Οι πηγές χρηματοδότησης των ναυτιλιακών επενδύσεων μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε γενικές γραμμές ως ακολούθως:

Ίδια κεφάλαια: Αυτά μπορεί να αποτελούν αποταμιεύσεις των πλοιοκτητών, συνεταιρικά κεφάλαια που έχουν προέλθει από περισσότερους του ενός επενδυτές με αντάλλαγμα μετοχές στην εταιρεία, ή και από εύπορους ιδιώτες επιχειρηματίες (private equity) που είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν στον κλάδο της ναυτιλίας στοχεύοντας σε μια υψηλότερη απόδοση.

Τραπεζική χρηματοδότηση: Οι ναυτιλιακές εταιρείες μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα πλοία τους και ένα μακροχρόνιο συμβόλαιο ναύλωσης (χρονοναύλωση) με έναν φερέγγυο ναυλωτή ως εγγύηση για να εξασφαλίσουν τραπεζικό δανεισμό. Η τραπεζική χρηματοδότηση αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή κεφαλαίου στον κλάδο της ναυτιλίας.

Κεφαλαιαγορές:  Κεφάλαια δύναται να αντληθούν από τις αγορές κεφαλαίου μέσω της έκδοσης μετοχών και εισαγωγή στο χρηματιστήριο με αρχικές (IPO’s, Initial Public Offerings) ή δευτερεύουσες δημόσιες (προς το επενδυτικό κοινό) προσφορές  (Follow-ons), τα οποία κατατάσσονται λογιστικά στα ίδια κεφάλαια (των μετόχων). Στη συνέχεια οι μετοχές αυτές διαπραγματεύονται στη δευτερογενή αγορά του χρηματιστηρίου.

Περαιτέρω,  κεφάλαια δύναται να αντληθούν από τις κεφαλαιαγορές με την έκδοση εταιρικών ομολόγων υψηλού κινδύνου – και κατά συνέπεια υψηλής απόδοσης (high-yield shipping bond issues), λόγω του ότι τα κεφάλαια που κατευθύνονται προς ναυτιλιακές επενδύσεις θεωρούνται πιο επισφαλή. Τα κεφάλαια αυτά κατατάσσονται στην κατηγορία χρέους για την επιχείρηση.  

Χρηματοδοτική / Λειτουργική Μίσθωση: Ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή μια επενδυτική τράπεζα, αγοράζει το περιουσιακό στοιχείο – το πλοίο – το οποίο βλέπει ως επένδυση και στη συνέχεια το μισθώνει σε μια ναυτιλιακή εταιρεία. Η τελευταία πληρώνει για ένα προκαθορισμένο χρονικό διάστημα τις δόσεις ανά τακτά χρονικά διαστήματα και έτσι εξασφαλίζει ρευστότητα, αποφεύγοντας να πληρώσει ένα μεγάλο ποσό στην αρχή της επένδυσης για την αγορά του πλοίου.  

Πώληση και επαναμίσθωση: Οι συμφωνίες πώλησης και επαναμίσθωσης περιλαμβάνουν την πώληση από την εταιρεία του πλοίου σε ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα και στη συνέχεια την επαναμίσθωσή του από τη ναυτιλιακή εταιρεία. Αυτός ο τρόπος χρηματοδότησης παρέχει άμεση ρευστότητα με κεφάλαια στη ναυτιλιακή εταιρεία τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει μεταξύ άλλων για επένδυση σε νέα πλοία, ενώ της επιτρέπει να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το πλοίο το οποίο όμως δεν της ανήκει πλέον καθώς το έχει πωλήσει στην τράπεζα.

Ιδιωτικές τοποθετήσεις (private placement): Οι ναυτιλιακές εταιρείες δύναται να αντλήσουν κεφάλαια απευθείας από έναν ή περισσότερους επενδυτικούς οίκους με μορφή μετοχικού κεφαλαίου ή δανεισμού, και κατ’ αυτόν τον τρόπο επιταχύνουν τη διαδικασία άντλησης κεφαλαίων σε σύγκριση με την άντλησή τους από τις κεφαλαιαγορές.

Επιχειρηματικά καινοτόμα κεφάλαια (venture capital) που προέρχονται από ιδιώτες επενδυτές, οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν νέες επενδύσεις με στόχο μια πολύ μεγαλύτερη απόδοση. Είναι γνωστά στην Ελλάδα και ως κεφάλαια από Εταιρείες Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.), για νεοσύστατες εταιρείες ή και εταιρείες που επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους σε νέα καινοτόμα επιχειρηματικά σχέδια.

Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης (ΕΠΕ) με αποκλειστικό σκοπό επενδύσεις στον κλάδο της ναυτιλίας. Αποτελούν είδος αμοιβαίων κεφαλαίων, τα οποία σε συνδυασμό με (τραπεζικό) δανεισμό  επενδύουν στη ναυτιλία, πιθανά με φορολογικές ελαφρύνσεις. Παραδείγματα αποτελούν τα γερμανικά KG funds και τα νορβηγικά KS funds.

Πιστώσεις από Ναυπηγεία αποτελούν δανειακά κεφάλαια τα οποία χορηγούν ή εγγυούνται τα ίδια τα ναυπηγεία ή κάποιος κρατικός οργανισμός εξαγωγικών πιστώσεων (Export Credit Agency, ECA) με σκοπό την προσέλκυση παραγγελιών ναυπήγησης και επομένως την ενίσχυση της απασχόλησης στη χώρα όπου έχει την έδρα του το ναυπηγείο. Παραδείγματα αποτελούν τα ECA’s της Κίνας και της Κορέας.  

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Petrofin Research η αξία των παγκόσμιων χαρτοφυλακίων ναυτιλιακών τραπεζικών δανείων ανέρχεται για το 2022 στα 325 δισ. δολάρια και παραμένει σχετικά σταθερή σε αυτά τα επίπεδα από το 2019 και μετά. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την τελευταία αναφορά του ναυλομεσιτικού οίκου Clarksons για το 2022 η συνολική χρηματοδότηση ναυτιλιακών επενδύσεων μέσω των κεφαλαιαγορών ανήλθε στα 18 δισ. δολάρια, εκ των οποίων τα ναυτιλιακά ομόλογα ήταν περίπου 9 δισ. δολάρια, οι δευτερεύουσες προσφορές δημόσιων μετοχικών κεφαλαίων (Follow ons) 7 δισ. δολάρια, ενώ οι αρχικές δημόσιες προσφορές μετοχικών κεφαλαίων (IPOs) ήταν 2 δισ. δολάρια. Αξιοσημείωτο είναι ότι για τα έτη 2020 και 2021 η συνολική χρηματοδότηση ναυτιλιακών επενδύσεων μέσω των κεφαλαιαγορών ανήλθε σε 37 και 38 δισ. δολάρια, αντίστοιχα.

Η ικανότητα πρόσβασης σε διαφορετικές πηγές κεφαλαίου και η επιλογή μεταξύ τους για κάθε επένδυση είναι εξαιρετικά σημαντικά ζητήματα για μία ναυτιλιακή εταιρεία και πολύ συχνά οι καθοριστικοί παράγοντες για την απόδοση των στοιχείων του ενεργητικού της (return on assets). Αυτά τα ζητήματα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το χρονοδιάγραμμα της υπό εξέταση επένδυσης και των ταμειακών ροών της, την πολιτική της ναύλωσης των πλοίων της και αρκετούς άλλους προσδιοριστικούς παράγοντες. Σε αυτούς τους παράγοντες, καίριο ρόλο διαδραματίζουν οι συνθήκες της αγοράς, οι οποίες και υπαγορεύουν τη διαθεσιμότητα ή μη χρηματοδότησης με ελκυστικούς όρους (π.χ. χαμηλό κόστος κεφαλαίου, μεγαλύτερη διάρκεια αποπληρωμής, κ.ά.), αλλά και το ρυθμιστικό (νομοθετικό) πλαίσιο του τραπεζικού κλάδου, των κεφαλαιαγορών και της ναυτιλίας. Για παράδειγμα, η πρόσφατη νομοθεσία του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ, ΙΜΟ2020) των Ηνωμένων Εθνών (ΗΕ) εισήγαγε τη χρήση νέων καυσίμων με χαμηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.

Η πρόσφατη νομοθεσία του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών εισήγαγε τη χρήση νέων καυσίμων με χαμηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα

 

Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της διεθνούς ναυτιλιακής βιομηχανίας είναι σημαντικό καθώς σύμφωνα με έκθεση του ΔΝΟ  η παγκόσμια εμπορική ναυτιλία εκπέμπει περίπου 1.076 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ετησίως, το οποίο αντιπροσωπεύει περίπου το 2,9% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που οφείλονται σε ανθρώπινες δραστηριότητες. Ως απάντηση σε αυτό, ο ΔΝΟ ανακοίνωσε τη νομοθεσία IMO2020, σύμφωνα με την οποία από την 1η Ιανουαρίου 2020 τα εμπορικά πλοία πρέπει είτε να κάνουν χρήση του νέου καυσίμου με περιορισμένη περιεκτικότητα σε θείο (0,5%), είτε να προβούν στην εγκατάσταση καταλύτη  (scrubber) με σκοπό τον περιορισμό των εκπομπών αερίων ρύπων. Ένα πολλά υποσχόμενο εργαλείο πολιτικής ώστε να ευθυγραμμιστεί η διεθνής ναυτιλιακή βιομηχανία με το στόχο της μείωσης του περιβαλλοντικού τους αποτυπώματος είναι η παροχή ευνοϊκών όρων χρηματοδότησης για πλοία με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, κοινώς, «πράσινα πλοία».

Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) ανακοίνωσε το 2018 ένα σχέδιο δράσης για την Αειφόρο Χρηματοδότηση, όπου αναπτύσσονται μια σειρά στρατηγικών και ταξινομούνται οι οικονομικές δραστηριότητες ανάλογα με τη συμβολή τους στην αειφορία, συμπεριλαμβανομένης της αλλαγής του κλίματος. Μεταξύ άλλων πρωτοβουλιών της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) ενέκρινε ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα ύψους 750 εκατ.ευρώ τον Ιούνιο του 2016 το οποίο έχει συνολικό προϋπολογισμό 3 δισ.ευρώ και εκταμιεύεται σταδιακά μέχρι και το 2022 και μέχρι εξαντλήσεως του ποσού, γνωστό και ως το πρόγραμμα Εγγυήσεων της Πράσινης Ναυτιλίας (Green Shipping Guarantee Programme - GSG). Το πρόγραμμα GSG έχει σχεδιαστεί για την προώθηση επενδύσεων σε υφιστάμενες και επερχόμενες τεχνολογίες, οι οποίες θα ενισχύσουν την απόδοση καυσίμου/ενέργειας.

Μία ακόμα σημαντική ιδιωτική πρωτοβουλία είναι οι «Αρχές του Ποσειδώνα» (Poseidon Principles), όπου τον Ιούνιο του 2019, δεκαοκτώ κορυφαίες τράπεζες συμφώνησαν να ενσωματώσουν κριτήρια σχετικά με την κλιματική αλλαγή στις αποφάσεις δανεισμού τους.  Η δυναμική των «Αρχών του Ποσειδώνα» είναι εντυπωσιακή καθώς για το έτος 2021 περί το 50% των τραπεζών που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία έχουν ευθυγραμμιστεί πλήρως με το στόχο του ΔΝΟ για το 2050, ενώ για το έτος 2020 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 20%.

 

Επιστροφή στο ΤΕΥΧΟΣ 50ο – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2023