Διεθνής Ναυτιλία
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Η ελληνική ναυτιλία και η διεθνής πρόκληση
Της Δρος ΣΤΕΛΛΑΣ ΜΩΫΣΙΑΔΟΥ,
Μεταδιδακτορικής Ερευνήτριας του ΟΠΑ
στην Οικονομική και Χρηματοοικονομική της Ναυτιλίας
Η ναυτιλιακή επιχειρηματική δραστηριότητα αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των δικτύων μεταφορών παγκοσμίως εδώ και πέντε χιλιετίες. Συνίσταται στην επιβατηγό ναυτιλία, που επιτελεί το έργο της μεταφοράς επιβατών μεταξύ των διαφόρων λιμένων του κόσμου, και στην εμπορική ναυτιλία, που αναφέρεται στη μεταφορά εμπορευμάτων. Αναγνωρίζοντας εξίσου τη σημαντικότητα των δυο κλάδων, το παρόν ένθετο είναι αφιερωμένο στην Εμπορική Ναυτιλία.
Η Διεθνής Εμπορική Ναυτιλία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του διεθνούς εμπορίου. Είναι ασφαλής, οικονομικά αποτελεσματικός και σε πολλές περιπτώσεις αναντικατάστατος τρόπος μεταφοράς εμπορευμάτων. Οι οικονομίες κλίμακας που διέπουν τον κλάδο καθιστούν το μοναδιαίο κόστος μεταφοράς φορτίου ελάχιστο σε σύγκριση με οποιοδήποτε άλλο μέσο μεταφοράς. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD), άνω του 80% του διεθνούς εμπορίου διεξάγεται δια θαλάσσης.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε εμπορεύματος και τα διαφορετικά μεγέθη φορτίων δημιουργούν την ανάγκη χρήσης διαφορετικών τύπων πλοίων, διαχωρίζοντας έτσι τον κλάδο στις επιμέρους αγορές του. Τα πλοία μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου (dry bulk carriers) μεταφέρουν σιδηρομετάλλευμα, άνθρακα, σιτηρά, δημητριακά και άλλα ξηρού τύπου, χύδην φορτία. Τα δεξαμενόπλοια (tankers) μεταφέρουν αργό πετρέλαιο και τα διυλισμένα προϊόντα του, ενώ τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων (containerships) μεταφέρουν κυρίως ενδιάμεσα ή τελικά καταναλωτικά αγαθά. Άλλοι, εξειδικευμένοι τύποι πλοίων περιλαμβάνουν πλοία μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), οχημάτων (Ro-Ro carriers), εξοπλισμού εξαιρετικά μεγάλου μεγέθους (π.χ. ανεμογεννητριών), πλοία ψυγεία, πλοία που υποστηρίζουν την εξόρυξη πετρελαίου, κ.ά.
Η αλυσίδα αξίας της εμπορικής ναυτιλίας αποτελείται από ένα μεγάλο εύρος επιχειρήσεων και οργανισμών, εθνικών και διεθνών, συνεισφέροντας πολυάριθμες θέσεις εργασίας παγκοσμίως. Το πλέγμα των συμμετεχόντων είναι πολυσύνθετο και περιλαμβάνει πλοιοκτήτριες εταιρείες, εταιρείες ιδιοκτησίας ή προώθησης φορτίου (cargo owners/forwarders), ναυπηγεία, νηολόγια, νηογνώμονες, επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν την εμπορική ή τη λειτουργική διαχείριση του πλοίου, ναυλομεσιτικά γραφεία, ασφαλιστικές εταιρείες και αλληλασφαλιστικούς οργανισμούς (Protection and Indemnity Clubs), ναυτιλιακούς πράκτορες, προμηθευτές καυσίμων και εξοπλισμού, χρηματοδοτικούς οργανισμούς, ελεγκτικές και συμβουλευτικές εταιρείες και οργανισμούς που ορίζουν το ρυθμιστικό πλαίσιο, δικηγορικά γραφεία με εξειδίκευση στη ναυτιλία και πολλές άλλες εταιρείες και οργανισμούς μικρότερου ή μεγαλύτερου μεγέθους, δημόσιες ή ιδιωτικές, που συνήθως εδρεύουν στα μεγάλα ναυτιλιακά κέντρα του κόσμου.
Η Εμπορική Ναυτιλία είναι ένας κλάδος που χαρακτηρίζεται από υψηλή κυκλικότητα, μεταβλητότητα στις τιμές των ναύλων, εποχικότητα στις εμπορικές ροές, και μεγάλη έκθεση στις μακροοικονομικές και γεωπολιτικές εξελίξεις. Ταυτόχρονα, τα πλοία αποτελούν περιουσιακά στοιχεία εξαιρετικά υψηλής αξίας, που ταξιδεύουν στους ωκεανούς εκτεθειμένα σε φυσικούς κινδύνους όπως οι καιρικές συνθήκες, τα ατυχήματα, η πειρατεία, οι πολεμικές συρράξεις κ.ά., και ταυτόχρονα έχουν χρηματοδοτηθεί, κατά κύριο λόγο, μέσω δανειακών κεφαλαίων. Όλα τα παραπάνω φανερώνουν το μέγεθος και την ποικιλομορφία των κινδύνων που οι πλοιοκτήτριες εταιρείες καλούνται να διαχειριστούν.
Η ζήτηση για τη θαλάσσια μεταφορική υπηρεσία είναι παράγωγος ζήτηση, δηλαδή προκύπτει από τη ζήτηση των τελικών ή ενδιάμεσων προϊόντων ή των πρώτων υλών που μεταφέρονται με πλοία. Οι μεταβολές στον όγκο των μεταφερόμενων φορτίων αλλά και στη μέση απόσταση μεταφοράς τους διαμορφώνουν τη ζήτηση για θαλάσσιες μεταφορές, η οποία μετριέται σε τονομίλια. Το παγκόσμιο μακροοικονομικό περιβάλλον, οι γεωπολιτικές εξελίξεις, οι σχετικές τιμές και σχετικές ποιότητες των πρώτων υλών σε διάφορες περιοχές του κόσμου είναι από τους σημαντικότερους παράγοντες που επηρεάζουν τις αγορές της Ναυτιλίας.
Ενώ η ζήτηση για θαλάσσιες μεταφορές καθορίζεται από εξωτερικούς ως προς τον κλάδο παράγοντες, η προσφορά της μεταφορικής ικανότητας προσδιορίζεται στον κλάδο ενδογενώς. Περίοδοι αυξημένης ζήτησης για μεταφορές, υψηλών ναύλων και αισιοδοξίας για την περαιτέρω εξέλιξη των ναυλαγορών χαρακτηρίζονται συνήθως από αυξημένα επίπεδα παραγγελιών νεότευκτων πλοίων, έντονη δραστηριότητα στη δευτερογενή αγορά και τιμές μεταχειρισμένων πλοίων που μπορεί να υπερβαίνουν ακόμα και τις τιμές των νεότευκτων. Σε αυτό το στάδιο του οικονομικού κύκλου, η δραστηριότητα στην αγορά διάλυσης πλοίων είναι περιορισμένη.
Υπερεκτιμήσεις του επιπέδου της αναμενόμενης ζήτησης για θαλάσσιες μεταφορές μπορεί να οδηγήσουν τον κλάδο σε υπερβάλλουσα προσφορά χωρητικότητας και κατ’ επέκταση σε μείωση των τιμών των ναύλων. Σε αυτή την περίπτωση, και ανάλογα με το βάθος της ύφεσης, ο στόλος λειτουργείται σε μικρότερες ταχύτητες, μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο την προσφορά σε όρους τονομιλίων και την κατανάλωση καυσίμου. Τα γηραιότερα και λιγότερο αποδοτικά πλοία ενδέχεται να παροπλιστούν εάν τα έσοδα από τη ναύλωσή τους δεν καλύπτουν τα λειτουργικά έξοδα, ή ακόμη και να πωληθούν προς διάλυση. Καθώς η ζήτηση ανακάμπτει και η προσφορά χωρητικότητας ρυθμίζεται ενδογενώς από τον κλάδο, επέρχεται σταδιακά η ανάκαμψη στη ναυλαγορά.
Πέραν των συνεχιζόμενων γεωπολιτικών εξελίξεων, μια από τις κυριότερες τρέχουσες προκλήσεις για τον κλάδο της Εμπορικής Ναυτιλίας αποτελεί η ενεργειακή μετάβαση. Το κόστος της μετάβασης δεν είναι εφικτό να εκτιμηθεί με ακρίβεια και εκφράζεται έντονα η ανάγκη υιοθέτησης ενός κοινού ρυθμιστικού πλαισίου σε παγκόσμιο επίπεδο έναντι επιμέρους περιφερειακών μέτρων, προς αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού. Επιπρόσθετη πρόκληση αποτελεί η δημιουργία ρυθμιστικού πλαισίου για τον έλεγχο της ασφάλειας και της ποιότητας των νέων, εναλλακτικών καυσίμων που αναπτύσσονται, καθώς και η διαθεσιμότητά τους στα διάφορα λιμάνια του κόσμου. Η πρόσβαση των εισηγμένων εταιρειών του κλάδου στη χρηματοδότηση με βάση κριτήρια Περιβαλλοντικά, Κοινωνικά και Εταιρικής Διακυβέρνησης (ESG) απασχολεί επίσης τον κλάδο. Τέλος, τοποθετώντας τη θεμελιώδη συμβολή του ανθρώπινου παράγοντα στο επίκεντρο της αντιμετώπισης των πάσης φύσεως προκλήσεων, εκφράζεται περαιτέρω η ανάγκη για καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις, τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα, και η σημαντικότητα της δια βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης ακολουθώντας τις νέες εξελίξεις.
Επιστροφή στο ΤΕΥΧΟΣ 50ο – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2023