Πανδημία και ανώτατη εκπαίδευση: Απειλή ή ευκαιρία;
Παρά το γεγονός ότι η διαδικτυακή εκπαίδευση έχει αυξηθεί κατά την τελευταία δεκαετία, η πανδημία αιφνιδίασε τον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης. Είναι αλήθεια ότι τα πανεπιστήμια πέρασαν αρκετά γρήγορα από την παραδοσιακή, πρόσωπο με πρόσωπο, διδασκαλία στη διαδικτυακή. Ωστόσο, η «από ανάγκη εξ αποστάσεως» διδασκαλία που υιοθετήθηκε ήταν εξαρχής άναρχη και πρόχειρη, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις αρχές και κατευθυντήριες γραμμές της εξ αποστάσεως μάθησης. Χρησιμοποιήθηκαν νέες τεχνολογίες χωρίς ιδιαίτερη κατάρτιση και τεχνική υποστήριξη, που –σε πολλές περιπτώσεις– βασίζονταν σε πληροφοριακές υποδομές οι οποίες μετά βίας μπορούσαν να υποστηρίξουν την αυξανόμενη ζήτηση για πρόσβαση στο διαδίκτυο. Το πιο σημαντικό όμως ήταν ότι ούτε οι διδάσκοντες (πολλοί εκ των οποίων δεν είχαν διδάξει ποτέ σε εικονικό περιβάλλον), ούτε και οι φοιτητές ήταν έτοιμοι να υιοθετήσουν τον νέο αυτόν εικονικό κόσμο, αγνοώντας συχνά τους στοιχειώδεις κανόνες διαδικτυακής επικοινωνίας (netiquette).
Η νέα πραγματικότητα προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες για επένδυση σε ένα υβριδικό και ευέλικτο μοντέλο εκπαίδευσης.
Η επιτυχημένη και βιώσιμη παράδοση διαδικτυακών προγραμμάτων απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό και οργάνωση με γνώμονα βασικές παραμέτρους (π.χ. το μέσο, ο ρυθμός, η αναλογία φοιτητών-διδασκόντων, ο συγχρονισμός στην επικοινωνία, η αξιολόγηση μέσω διαδικτύου), οι οποίες θα πρέπει να ληφθούν υπόψη από κοινού στο πλαίσιο ενός ενιαίου εκπαιδευτικού οικοσυστήματος. Ένα τέτοιο οικοσύστημα θα πρέπει να διευκολύνει τη δημιουργία μιας ψηφιακής εκπαιδευτικής κοινότητας, που θα υποστηρίζει τους φοιτητές στη μαθησιακή τους διαδικασία και, ταυτόχρονα, θα ενισχύει την κοινωνικοποίηση και ψυχική τους ευημερία. Δυστυχώς, η έννοια ενός τέτοιου οικοσυστήματος απουσίαζε από την «από ανάγκη εξ αποστάσεως» διδασκαλία που εφάρμοσαν τα πανεπιστήμια παγκοσμίως, καθώς για τα περισσότερα το νέο μοντέλο εκπαίδευσης ήταν απλώς μια προσωρινή αντίδραση απέναντι στην πανδημία, που δεν αντανακλούσε τη μακροπρόθεσμη στρατηγική τους.
Ως εκ τούτου, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το «μεγάλο πείραμα διαδικτυακής μάθησης» (όπως χαρακτηρίστηκε στη Μεγάλη Βρετανία) δεν φαίνεται να έχει επιτύχει. Αφενός, οι φοιτητές δηλώνουν αποκομμένοι από την ακαδημαϊκή κοινότητα και τους συμφοιτητές τους και γενικά απογοητευμένοι από το σύνολο της εκπαιδευτικής τους εμπειρίας. Αφετέρου, σε πρόσφατη έρευνα ανώτατα στελέχη από 172 πανεπιστήμια και κολλέγια εξέφρασαν τη σοβαρή τους ανησυχία για το αυξανόμενο ποσοστό παραίτησης φοιτητών από τις σπουδές τους, αλλά και για την πνευματική υγεία των φοιτητών, του διδακτικού και του διοικητικού προσωπικού των πανεπιστημίων.
Είναι όμως αυτό το «πείραμα» εντελώς μάταιο, και τι μπορούμε να προσδοκούμε στο μέλλον;
Ο τομέας της ανώτατης εκπαίδευσης έχει επιδείξει για δεκαετίες ισχυρή αντίσταση στις αλλαγές, παρά τις διαρκείς παρακινήσεις από το παγκόσμιο περιβάλλον και την ίδια την αγορά. Επιπλέον, φοιτητές και εργοδότες αμφισβητούν εδώ και καιρό τις παραδοσιακές –συχνά αρχαϊκές– μεθόδους διδασκαλίας και αξιολόγησης (π.χ. γραπτές εξετάσεις), υπογραμμίζοντας τις νέες απαιτήσεις για ψηφιακό αλφαβητισμό, διοίκηση και ηγεσία, ικανότητα επίλυσης προβλημάτων και παγκοσμιοποίηση. Η τρέχουσα πανδημία αποκάλυψε πως δεν μπορούμε πλέον να αποφύγουμε την αλλαγή.
Η νέα λοιπόν πραγματικότητα προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες στους επικεφαλής του τομέα της εκπαίδευσης να υιοθετήσουν δυναμικά τη «νέα κανονικότητα» και να επενδύσουν σε ένα υβριδικό και ευέλικτο μοντέλο εκπαίδευσης. Ένα τέτοιο μοντέλο απαιτεί ένα ευπροσάρμοστο χαρτοφυλάκιο προϊόντων και υπηρεσιών, που, μαζί με τους απαιτούμενους ανθρώπινους πόρους και τις αναγκαίες υποδομές, θα έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζεται γρήγορα στις αλλαγές. Σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας ψηφιακές υποδομές και πλατφόρμες που διευκολύνουν αυτόν τον μετασχηματισμό (π.χ. Zoom, Padlet, Polling Tools, Flipgrid). Μπορούμε έτσι να οικοδομήσουμε μαζί με τους φοιτητές μας μία από κοινού θεώρηση του επιστημονικού μας πεδίου, αλλά και να συνεργαστούμε προς τη δημιουργία προγραμμάτων σπουδών που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της νέας αγοράς και στις κατευθύνσεις της «νέας οικονομίας» (διαφορετικότητα, ισότητα, συνδεσιμότητα, παγκόσμια συνείδηση, κοινωνική και περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση), οδηγώντας τα πανεπιστήμιά μας προς μία νέα εκπαιδευτική εποχή.
της Βασιλικής Μπαμιατζή, Καθηγήτριας Στρατηγικής και Διοίκησης Διεθνών Επιχειρήσεων, Διευθύντριας του Ερευνητικού Κέντρου Διεθνών Επιχειρήσεων και Θεσμικής Ανάπτυξης, στο Τμήμα Στρατηγικής και Μάρκετινγκ της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων Πανεπιστημίου του Σάσσεξ, απόφοιτης του ΟΠΑ.